ΗΘΙΚΟΝ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ

Ιδού εμπρός εις τους οφθαλμούς σου ώ άνθρωπε, έν ωφέλιμον παράδειγμα. Στοχάσου    εις τον θάνατον του Μεγάλου Αλεξάνδρου την ανθρωπότητα, και ότι η ζωή ετούτη είναι ως περ το λουλούδι του λειβαδιού οπου το δρεπάνι το κόπτει, ή ο ήλιος το ξηραίνει και το φθείρει, και εις ολίγον διάστημα χάνεται. Ούτως είναι η ζωή μας, οπου σήμερον είμεθα εις τον κόσμον με πλούτη, με δόξες και τιμές, αύριον δε, είμεσθεν από το δρεπάνι του θανάτου θερισμένοι. Τι τον ωφέλησαν τον Αλέξανδρον οι τόσες ανδραγαθείες οπου έκαμεν, οι τόποι οπου εκέρδισεν, και τα άπειρα πλούτη που έλαβεν.
‘Όταν ήλθεν ο θάνατος όλα τα ελησμόνησεν, όλα τα άφησεν, και πλέον δεν τα εστοχάζετο, δια το να είδεν ότι δεν ήτον αρκετός να αποφύγει το δρεπάνι του πικρού θανάτου. Έκλινε την κεφαλήν του εκείνος οπου τον επροσκύνησαν όλοι οι βασιλείς της γης. Εχώρεσεν ένας μικρός τάφος εκείνον οπου δεν τον εχωρούσεν ο κόσμος όλος, δια να ευχαριστήσει την γνώμην του.
Ο θάνατος δεν κάμνει καμμίαν διαφοράν από βασιλέα εις υπήκοον, από πλούσιον εις πτωχόν, από νέον εις γέρονταν, αλλά όλους όμοια τους έχει, και κανέναν δεν εντρέπεται. Τίποτες εκείνην την ώραν δεν θέλομεν πάρει κοντά μας από όλα όσα αποκτήσαμεν εις ετούτον τον κόσμον, αλλά μόνον η ψυχή μας θέλει πάρει τα όσα αποκτά, τόσον καλά, ωσάν και κακά. Δια τούτο θέλομεν λάβει πλουσίαν την ανταπόδοσιν, την ζωήν την αιώνιον. Από δε τα σωματικά, ας μην ελπίζωμεν κανένα όφελος, διατί όλα είναι μάταια. Κατά τον Σολομώντα, «Ματαιότης ματαιοτήτων, τα πάντα ματαιότης».


ΤΕΛΟΣ