Ο ΑΝΑΞΑΡΧΟΣ ΕΠΙΘΥΜΕΙ ΤΗΝ ΟΛΥΜΠΙΑΔΑ

Ο Ανάξαρχος ο βασιλεύς της Πελαγωνίας, ακούσας ότι ο Αλέξανδρος λείπει με τα φουσάτα του εις την Μακεδονίαν, έκαμεν μίαν πονηρίαν.
Πότε καιρόν ήρχετο εκ Περσίας από ταξίδιον και διαβαίνωντας εις τη Μακεδονίαν, εφίλευσεν τον ο Φίλιππος, και με δώρα τον απέστειλεν. Ο Ανάξαρχος είδε την Ολυμπιάδα και ετοξεύθει από τον έρωτα. Δεν ήκουσεν ο άθλιος τους λόγους του Σολομώντος, τους λόγους οπου λέγουν,
άνθρωπε άς είσαι ευχαριστημένος και ανπαυμένος εις την αγάπην της γυναικός σου κθώς σου έτυχε, και μη εις ξένην γελασθείς, ίνα μη πάθεις πλέον παρα εκείνα οπου πράξεις, χάνωντας την ζωήν σου ομού με τον πλούτον σου.
Λοιπόν ο Ανάξαρχος εσύναξε τα φουσάτα του χιλιάδες δώδεκα και επήγεν εις το κάστρον του Φίλιππου, και του είπεν,
Εις βοήθειαν σου ήλθα βασιλεύ,
Αλλά ο σκοπός του ήταν να εύρη άδειαν να πάρει την Ολυμπιάδαν.